2 Νοεμβρίου 2011

Τα ανταλλακτικά παζάρια της Αργεντινής



Πηγή : piperies.gr
Τα ανταλλακτικά παζάρια και το τοπικό νόμισμα – κουπόνι creditos είναι τα βασικά στοιχεία μιας παράλληλης οικονομίας που έχει ανθίσει στην Αργεντινή.
Η συνεχώς διευρυνόμενη αυτή τάση αριθμεί περισσότερα από 1400 ανταλλακτικά παζάρια στα οποία συμμετέχουν πάνω από μισό εκατομμύριο άνθρωποι.
Και όπως λεει στο τέλος του βίντεο:
«... σε μέρη σαν κι αυτά θα πρέπει να κοιτάξουμε για το αμυδρό φως της ελπίδας για την Αργεντινή, αντί για τις τράπεζες και τους διεθνείς επενδυτές. Γιατί τα ανταλλακτικά παζάρια αντανακλούν την παράδοση της χώρας να αντιπαλεύει τις δυσκολίες και αν η οικονομία πρόκειται να επανέλθει, θα οφείλεται στην ενέργεια των απλών ανθρώπων παρά στην παγκοσμιοποίηση, η οποία μέχρι τώρα δεν τους έφερε τίποτα παρά μιζέρια.
Και καθώς αυτό είναι το μόνο κομμάτι της οικονομίας που πραγματικά μεγαλώνει, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, η Αργεντινή δείχνει ότι θα γίνει ένα μεγάλο ανταλλακτικό παζάρι.»
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Αργεντινή: Πικετέρος και Ανταλλακτικό εμπόριο ( Πηγή : ...για την κυκλοφορία των αγώνων )

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μια σύντομη παρουσίαση για τους «Αγώνες στην Αργεντινή» του πραγματοποιήθηκε πάνω στη γενικότερη θεματική «Κρίση και Αγώνες εναντίον της» την Άνοιξη του 2010 μέσα στα πλαίσια της ΣΚΥΑ. Η πολιτική στόχευση της εν λόγω θεματικής (όπως είχε τεθεί από τη ΣΚΥΑ) ήταν αφενός να κάνει μια πρώτη διερεύνηση του τί σημαίνει καπιταλιστική κρίση για δική μας κατανόηση και αφετέρου να αναζητηθούν οι απαντήσεις που επιχειρήθηκαν να δοθούν από τα κινήματα που αναδύθηκαν μέσα σε αυτήν τη συνθήκη. Σε αυτό το πλαίσιο πραγματοποιήθηκε μια σειρά παρουσιάσεων και το κείμενο που παρατίθεται παρακάτω αποτελεί το δεύτερο μέρος της παρουσίασης της 15ης Μαίου του 2010 για τους «Πικετέρος και το θεσμό του Ανταλλακτικού Εμπορίου».

Πικετέρος (Piqueteros)

Θα αναφερθώ σε κάποιες από τις κυρίαρχες μορφές δράσης των πικετέρος και σε κάποια από τα χαρακτηριστικά του κινήματος αυτού, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προ-αργεντινάτζο εποχή.
Οι πικετέρος αποτελούνται από τα τμήματα εκείνα της εργατικής τάξης που πετιούνται στο δρόμο εξαιτίας των μέτρων ιδιωτικοποίησης του ΔΝΤ. Είναι οι εργάτες της βαριάς βιομηχανίας που στις αρχές του 90 οδηγούνται μαζικά στην ανεργία. Κύρια μονάδα στρατολόγησής τους είναι οι άνεργοι. Ουσιαστικά, ο τρόπος οργάνωσής τους μέσω των συνελεύσεων βάσης γειτονιών, αποτελεί απάντηση στη διάλυση των σωματείων τους και τη γραφειοκρατικοποίηση των συνδικάτων. Πιο συγκεκριμένα, πρώτα εμφανίζονται μικρές ομάδες από piqueteros, που σε πρώτο επίπεδο οργανώνονται στις γειτονιές τους. Εν συνεχεία, οι μικρές ομάδες υπάγονται σε μεγαλύτερες «συντονιστικές» ομάδες, που κι αυτές με τη σειρά τους υπάγονται σε μια από τις 4 μεγάλες συνομοσπονδίες των piqueteros (στις οποίες μετέχουν και κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Δεν είναι τυχαίο πως ήταν κάποιοι από αυτούς τους πικετέρος καταδίκασαν την εξέγερση του 2001). Για την ακρίβεια υπάρχουν διάφοροι πόλοι μέσα στο κίνημα των πικετέρος (οι επηρεαζόμενοι από τα κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς έχουν και διαφορετική τακτική στην αντιμετώπιση των αποκλεισμών όπως θα δούμε). Πάντως, μετά από τις πρώτες επιτυχίες, έγινε εισβολή των επίσημων σωματείων στο κίνημα των piqueteros.
Η δράση των πικετέρος ξεκινά στις αρχές του 90 και μέσα σε δέκα χρόνια συνεχούς παρουσίας στο δρόμο συμμετείχαν σε περίπου 8οο διαμαρτυρίες, που αναλογικά αντιστοιχούν σε 1 κατάληψη δρόμου ανά πέντε μέρες επί δέκα χρόνια. Η κύρια μορφή δράσης τους είναι οι καταλήψεις δρόμων, που μπλοκάρουν την παραγωγή και αναπαραγωγή προς και από μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Όταν όμως γίνεται λόγος για καταλήψεις δρόμων, εννοούνται εκτενείς καταλήψεις, που παραλύουν για πάρα πολλές ώρες ή και μέρες όχι μόνο επιχειρήσεις, αλλά και ολόκληρες πόλεις. Οι piqueteros έχουν επίσης υπερασπιστεί σε πολλές περιπτώσεις, κατειλημμένα εργοστάσια που βρίσκονταν υπό την απειλή εκκένωσης, αποκρούοντας επιθέσεις μπάτσων. Σε τέτοιες προσπάθειες συμμετείχαν επίσης μέλη τοπικών συνελεύσεων και απλοί κάτοικοι. Και αυτό γιατί η ανάπτυξή τους μέσα σε αυτά τα 10 χρόνια ήταν τόσο ραγδαία, που ο τρόπος αυτός αντίστασης επεκτάθηκε πάρα πολύ γρήγορα σε όλη τη χώρα. Χαρακτηριστικά αναφέρω δύο παραδείγματα:
  1. Ο πρώτος μεγάλος σε έκταση και ένταση αγώνας του κινήματος ήταν το 1997 με τον αγώνα των δασκάλων. Η απεργία αυτή έγινε ενάντια στις απολύσεις και τις περικοπές μισθών και εξελίχθηκε σε μαζικές καταλήψεις δρόμων. Όταν η αστυνομία επιτέθηκε στο μπλόκο, οι κάτοικοι των περιοχών Cutral και Plaza Huincul κινητοποιήθηκαν για υποστήριξη. Η λαϊκή συνέλευση που στήθηκε για να διαπραγματευτεί με τις αρχές απαίτησε θέσεις εργασίας, αναστολή της καταβολής φόρων και επενδύσεις στην εταιρεία πετρελαίου. Αποφάσισαν την παύση των κινητοποιήσεων όταν κάποια από τα αιτήματά τους ικανοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων 500 νέων (κακοπληρωμένων) θέσεων εργασίας.
  2. Αξίζει σ’ αυτό το σημείο να αναφέρουμε τις περιπτώσεις των Tartagal και Moscoi. Και οι δυο πόλεις, το χειμώνα του 1999 και την άνοιξη του 2000, κατελήφθησαν από δυνάμεις που συμπεριλάμβαναν piqueteros και κράτησαν για λίγες μέρες την αστυνομία έξω από αυτές. Το ίδιο έγινε και μετά το θάνατο ενός διαδηλωτή το Νοέμβριο του 2000, όπου οι πικετέρος απάντησαν με 300 μπλόκα δρόμων σε όλη τη χώρα. Κυβερνητικά κτίρια πυρπολήθηκαν και μπάτσοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι.
Όπως είπαμε μέσα στο κίνημα υπάρχουν διάφοροι πόλοι, αλλού πιο «ριζοσπαστικοί» και αλλού πιο «ρεφορμιστικοί». Αυτό φαίνεται και στη δράση τους: η Coordinatora Anibal Veron (που απομακρύνθηκε από τις υπόλοιπες συνιστώσες επιμένοντας στην ολική της ανεξαρτησία από κόμματα και ενώσεις) ζητά από από τους ίδιους τους βουλευτές να έρχονται στα μπλόκα για διαπραγμάτευση, ενώ οι άλλες συνιστώσες αρκούνται σε αντιπροσώπους.
Με το μπλοκάρισμα των αυτοκινητοδρόμων, οι piqueteros αναδείκνυαν αιτήματα στα οποία περιλαμβάνονταν συνήθως: η απόσυρση της αστυνομίας, η καταδίκη της κρατικής καταστολής, η απελευθέρωση φυλακισμένων συντρόφων, παροχές για τους ανέργους, τρόφιμα, υγειονομικές εγκαταστάσεις, όπως και αιτήματα για «πραγματικές δουλειές» ή planes trabajar, δηλαδή, «πλάνα εργασίας».
Τα «πλάνα εργασίας» είναι μικρά επιδόματα για τους ανέργους. Το θέμα όμως είναι ότι ενώ το κράτος ήθελε να δίνει εξατομικευμένα τα επιδόματα αυτά μειώνοντας το κόστος οι πικετέρος διεκδίκησαν και πέτυχαν να δίνονται στους αρχηγούς των οικογενειών για να περιλαμβάνουν την οικογένεια ως σύνολο.
Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του De la Rua, το υπουργείο κοινωνικής ανάπτυξης απομάκρυνε τον έλεγχο των «πλάνων εργασίας» από τις τοπικές αρχές που αρχικά τα παρείχαν και τη διανομή τους ανέλαβαν ΜΚΟ. Αυτό έγινε εν μέρει για να ελέγξει την πελατειακή πολιτική των δήμων στην επαρχία του Buenos Aires και να μπει ένα όριο στην αύξηση των μικρών ομάδων piqueteros στην πόλη. Η πολιτική αυτή γύρισε μπούμερανγκ, όταν οι οργανώσεις ανέργων δημιούργησαν τις δικές τους ΜΚΟ ώστε να διευθύνουν τα «πλάνα» και να στήσουν δικά τους κοινωνικά εγχειρήματα, χρησιμοποιώντας τους χρηματικούς πόρους από αυτά.

Ο θεσμός του ανταλλακτικού εμπορίου

Θα προσεγγίσω τις λέσχες του ανταλλακτικού εμπορίου, που πολύς λόγος είχε γίνει μετά την κρίση του 2001, σαν ένα θεσμό που αντικαθιστά το καπιταλιστικό εμπόριο (ως εφαρμογή του «δώρου», της υποχρέωσης να δίνεις, να παίρνεις και να λαμβάνεις). Παρόλο που ως εγχείρημα μοιάζει εκ πρώτης όψεως και επιφανειακά να κινείται στα πλαίσια του «εναλλακτισμού» έχει σημασία να δει κανείς πώς ακόμα κι ένας τέτοιος θεσμός με την εξέγερση του 2001 αλλάζει μορφή.
Όταν ξεσπά η κρίση του 2001 οι ανταλλακτικές λέσχες υπάρχουν για πάνω από πέντε χρόνια γνωρίζοντας μάλιστα από χρόνο σε χρόνο μια ανάπτυξη με γεωμετρική πρόοδο. Έτσι ενώ το 1996 ξεκινάνε με περίπου 1000 μέλη στα τέλη του 1998 φτάνουν τα 180.000 μέλη και το 2001 ξεπερνάνε τα 500.000 μέλη.
Η πρώτη λέσχη (nodos) ανταλλακτικού εμπορίου δημιουργείται την πρωτομαγιά του 1995 σε ένα βιομηχανικό προάστιο του Μπουένος Άιρες από τα μέλη μιας οικολογικής ΜΚΟ που ασχολούνταν με τη ανάπτυξη βιολογικών προϊόντων με σκοπό τη δημιουργία ενός συστήματος εμπορίου και υπηρεσιών χωρίς την παρουσία χρήματος. Η μορφή αυτή εμπορίου σύμφωνα με τους ιδρυτές της είχε σκοπό να συμβάλλει σε καλύτερες συνθήκες οικονομικής ζωής τα τμήματα εκείνα του πληθυσμού που πλήττονταν περισσότερο από τον πληθωρισμό και την ανεργία. Προσπαθεί δηλαδή να επαναδραστηριοποιήσει τους αποκλεισμένους της οικονομίας (βλ. παρακάτω). Παρόλα αυτά αρχικά η μορφή αυτή εμπορίου δεν απευθύνεται στις περισσότερο φτωχές κατηγορίες, αλλά σε εργαζόμενες τάξεις του πληθυσμού που μπορούσαν να διαθέσουν χρόνο και κόπο στο εμπόριο αυτό. Σημασία έχει να συγκρατήσουμε πως ως μορφή το ανταλλακτικό εμπόριο (που ως ιδέα και πρακτική υπήρχε και σε άλλες χώρες Καναδάς, Γαλλία) εισάγεται από τις μεσαίες τάξεις οι οποίες όμως βλέπουν την οικονομική τους κατάσταση να επιδεινώνεται διαρκώς. Στο ανταλλακτικό εμπόριο βλέπουν τη δυνατότητα να συμπληρώσουν τα αγαθά που δεν μπορούν πλέον να αγοράσουν κινητοποιώντας τις γνώσεις και τις ικανότητές τους. Αρχικά μάλιστα, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του θεσμού αυτού το ανταλλακτικό εμπόριο είχε έναν πιο ξεκάθαρο ιδεολογικό προσανατολισμό (βλ. παράρτημα στο τέλος του κειμένου).
Το πλαίσιο αυτό περιλάμβανε τα εξής: το ανταλλακτικό εμπόριο είναι μια μορφή εμπορίου που αποσκοπεί στη δημιουργία σχέσεων αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας μεταξύ των μελών του. Στο ανταλλακτικό εμπόριο ο καθένας δεν είναι μόνο καταναλωτής αλλά και παραγωγός (μοντέλο «παραγωγαναλωτή», όρος που πάρθηκε από το βιβλίο του Τόφλερ, Το Τρίτο Κύμα) και οφείλει να σέβεται κάποιους ηθικούς κανόνες λειτουργίας. Ο σκοπός δεν είναι δηλαδή να πουλήσεις ή να αγοράσεις αλλά να δημιουργήσεις σχέσεις και με βάση αυτές να δημιουργηθούν μικροκοινότητες μέσα στις γειτονιές αλληλοβοήθειας και υποστήριξης. Την αντικατάσταση των αντικρουόμενων εγωιστικών οικονομικών συμφερόντων με το ίδιο συμφέρον στη δημιουργία σχέσεων. Την κυριαρχία των εμπορευμάτων επί των σχέσεων (καπιταλισμός) την αντικαθιστά η κυριαρχία των σχέσεων επί των πραγμάτων. Έτσι, μπορεί να ανταλλάχθει μια υπηρεσία (π.χ. μπέιμπυ-σίτιγκ) με ένα προϊόν που η τιμή του κάθε φορά καθορίζεται από την εκάστοτε συναλλαγή (αυτό εδώ είναι και το κρίσιμο σε αυτό του είδους το εμπόριο). Πώς οι «ποιότητες» γίνονται «ποσότητες»; Πώς ανταλλάσουμε χωρίς τη μεσολάβηση ενός γενικούς ισοδύναμου; Αλλά και πώς καθορίζονται οι τιμές; Με το χρόνο εργασίας;
Ας δούμε όμως λίγο ακριβέστερα τί είναι οι λέσχες ανταλλακτικού εμπορίου. Πρόκειται πρώτα από όλα για «παζάρια» ή κάτι σαν «λαϊκές» που γίνονται συνήθως σε ανοιχτούς δημόσιους χώρους και στα οποία για να μπορέσει να συμμετάσχει κάποιος πρέπει να δηλώσει συμμετοχή. Αφού δηλώσει συμμετοχή και παρακολουθήσει ένα σύντομο πρόγραμμα εκμάθησης κάποιων γενικών αρχών μετά μπορεί να ανταλλάξει εμπορεύματα με άλλα μέλη. Κάθε μέλος μπορεί να είναι εγγεγραμμένο σε πολλές διαφορετικές λέσχες και οφείλει να δώσει ένα αρχικό ποσό 1 πέσο ώστε να λάβει 50 creditos και να μπορεί να κάνει ανταλλαγές με τα υπόλοιπα μέλη (το ποσό αυτό μπορεί να το λάβει πίσω αν αποφασίσει να αποχωρήσει από την λέσχη). Το ποσό των 50 creditos δίνεται με σκοπό να επενδυθούν στο ανταλλακτικό εμπόριο και στην ανταλλαγή εμπορευμάτων, δίνοντας κίνητρα στα μέλη να παράξουν και να καταναλώσουν. Στο ποσό αυτό του ένα πέσος συμπεριλαμβάνεται το κόστος για την εκτύπωση του χαρτονομίσματος, αλλά και της λειτουργίας των λεσχών. Κάθε λέσχη απαρτίζεται από έναν συντονιστή και μια γραμματέα. Οι συντονιστές αυτοί, που είναι εθελοντές που εναλλάσσονται, ασχολούνται με την εγγραφή, την εκπαίδευση των νέων μελών. Οι λέσχες στην αρχή δεν είχαν κάποια κεντρικά γραφεία, αλλά αργότερα άρχισαν να γίνονται ημι-επίσημοι θεσμοί και πολλοί δήμοι διέθεταν τη δική τους λέσχη (El Negro, Chicas Lindas).
Θα δώσω ένα παράδειγμα σύμφωνα με μια μαρτυρία: είναι 4:30 το απόγευμα μια μέρα του Απρίλη του 2002 στο Μπουένος Άιρες. Στη συνοικία Αλμάγκρο συγκεντρώνονται άντρες και γυναίκες σχηματίζοντας μια ουρά μπροστά από τις πόρτες ενός γηπέδου που ανήκει στην ενορία της εκκλησίας. Γύρω στις πέντε εμφανίζεται ένας άνδρας με μια τσάντα με έγγραφα και ανοίγει την πόρτα του γηπέδου. Τα 60 άτομα αρχίζουν να μπαίνουν στο χώρο και να στήνουν τους πάγκους τους. Ο άντρας που είχε ανοίξει την πόρτα ζητά από τους συμμετέχοντες να γράψουν το όνομά τους στη λίστα και να πληρώσουν ένα ποσό για την είσοδό τους στο χώρο. Με το ποσό αυτό η λέσχη πληρώνει ενοίκιο για τη χρησιμοποίηση του χώρου στην εκκλησία. Η μορφή όμως πληρωμής δεν είναι το πέσος αλλά τα creditos, το νόμισμα των λεσχών του ανταλλακτικού εμπορίου το οποίο μοιάζει με τα ψεύτικα χαρτονομίσματα της Μονόπολυ.
Στην αρχή στις λέσχες ανταλλάσσονταν προϊόντα μόνο καθημερινής χρήσης ενώ αργότερα και υπηρεσίες. Οι πρώτες λέσχες κατέγραφαν όλες τις συναλλαγές σε ένα φύλλο excel με σκοπό να καταγράφονται οι οφειλές και τα χρωστούμενα. Παρόλα αυτά, επειδή αυτή η δουλειά ήταν κοπιαστική για αυτό και προχώρησαν στη δημιουργία ενός χρήματος του creditos. Το χρήμα όμως προϋποθέτει μια μορφή εμπιστοσύνης απέναντι στον οργανισμό που το εκδίδει. Η εμπιστοσύνη αυτή βασίζεται στην εμπιστοσύνη της ικανότητας του κάθε μέλους να παράγει και να καταναλώνει προϊόντα. Στο ίδιο το νόμισμα αναγράφεται «dar credito» που σημαίνει ταυτοχρόνως κάνω πίστωση και εμπιστεύομαι. Ο αριθμός των χαρτονομισμάτων αυτών που κυκλοφορεί είναι ανάλογος με τον αριθμό των μελών. Τώρα, ποιος εκδίδει το χρήμα; Το ιδρυτικό δίκτυο του ανταλλακτικού εμπορίου που ονομάστηκε «συμβουλευτική επιτροπή του αλληλέγγυου εμπορίου», που έστω κι αν δεν επιθυμεί να λειτουργεί συγκεντρωτικά παρόλα αυτά αυτός διαχειρίζεται τον αριθμό των χαρτονομισμάτων που θα κοπούν.
Ουσιαστικά η εισαγωγή χρήματος τροποποιεί τις αρχικές προθέσεις των δημιουργών του. Και αυτό γιατί με τις ανταλλαγές αντιμετώπισαν το πρόβλημα του καθορισμού της τιμής των προϊόντων από μέλος σε μέλος! Αλλά και κάτι άλλο: το πρόβλημα της πλαστογράφησης και της επιβολής ενός ορίου τιμής για κάποια βασικά προϊόντα. Ουσιαστικά όλα αυτά προχώρησαν παράλληλα με τη διεύρυνση των λεσχών και την αποπροσωποποίησή τους. Δηλαδή, ενώ το ηθικό κομμάτι των συναλλαγών μπορεί να δούλευε όταν είχες να κάνεις με ανταλλαγές προϊόντων μεταξύ ατόμων που γνωρίζονται μεταξύ τους ωστόσο όταν ο αριθμός των μελών διογκώνεται και διοργανώνονται πάνω από 1 nodos την εβδομάδα που διαρκούν πολλές ώρες τότε υπάρχει πρόβλημα. Ουσιαστικά αναγκάζονται να ξαναανακαλύψουν τον τροχό.
Με το 2001 και την εξέγερση ο θεσμός του εναλλακτικού εμπορίου αλλάζει ολότελα. Η κρίση του 2001 μειώνει την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί. Αυτό οδηγεί σε έκρηξη τις λέσχες ανταλλακτικού εμπορίου φτάνοντας τις 4.500 σε όλη την Αργεντινή. Κάθε μέρα εγγράφονται 5.000 νέα μέλη. Ουσιαστικά δημιουργούνται τα μεγα-παζάρια όπου καταλαμβάνουν ολόκληρα γήπεδα ποδοσφαίρου και συμμετέχουν πάνω από 2.000 άτομα. Τα μεγα-παζάρια αυτά διαλύουν τις μικροκοινότητες που είχαν δημιουργηθεί αρχικά γύρω από τα πρώτα nodos και τις σχέσεις αλληλοβοήθειας μεταξύ γειτονιών. Μια σειρά από προβλήματα δημιουργούνται:
  • Δεν υπάρχει χρόνος για εκπαίδευση των νέων μελών στις αρχές του ανταλλακτικού εμπορίου. Αυτό σημαίνει πως δε διασφαλίζονται οι κανόνες του.
  • Η λειτουργία των nodos γίνεται χαοτική και αναζητούνται «αστυνομικοί» μηχανισμοί διασφάλισης της λειτουργίας.
  • Παρατηρούνται φαινόμενα πλαστογραφίας.
  • Παράλληλα, τίθεται σε αμφισβήτηση η αρχική δομή του. Δηλαδή, αμφισβητείται 1) το γεγονός ότι ο αριθμός των creditos αντιστοιχεί με τον αριθμό των μελών 2) το γεγονός πως η αρχική καταβολή του 1 πέσος πάει στην πληρωμή των εξόδων εκτύπωσής του, αφού το κόστος αυτό δεν ξεπερνά τα 20 λεπτά του πέσος.
  • Αρχίζει να εμφανίζεται πληθωρισμός.
Αυτή η αμφισβήτηση προέρχεται από τα νέα στρώματα που μπαίνουν στο θεσμό. Μπαίνουν μαζικά πλέον προλετάριοι, τα πιο εξαθλιωμένα κομμάτια της εργατικής τάξης, που δεν έχουν απολύτως τίποτα να ανταλλάξουν πέρα από την εργατική τους δύναμη. Επίσης, πολλοί συμμετέχοντες ήταν δύσκολο να συνεχίσουν να παράγουν για το θεσμό αυτό γιατί δεν μπορούσαν να βρουν πρώτες ύλες για να το κάνουν. Και αυτό δείχνει τα όρια του θεσμού αυτού, την εξάρτησή του από τον καπιταλισμό. Οπότε αυξάνεται η ζήτηση για προϊόντα και μειώνεται η προσφορά τους, με αποτέλεσμα οι τιμές να ανεβαίνουν και να δημιουργείται πληθωρισμός.
Αυτό όμως δεν το παραδέχονται οι ιθύνοντες του ανταλλακτικού εμπορίου που υποστηρίζουν πως ο πληθωρισμός οφείλεται στην ανεξέλεγκτη κυκλοφορία του χρήματος και στην αύξηση της ποσότητας κυκλοφορίας του. Οπότε δημιουργούν νέα νομίσματα με τοπική ισχύ για την κάθε λέσχη ούτως ώστε να ελέγξουν την κυκλοφορία του χρήματος. Αυτή όμως η πολιτική δεν πετυχαίνει γιατί αποδυναμώνει την ισχύ του νομίσματος (creditos) με αποτέλεσμα να διώξει πολύ κόσμο.
Σύμφωνα με τους ιδρυτές του Παγκόσμιου Δικτύου Εμπορίου η εισαγωγή του νομίσματος είχε ως σκοπό να αποτελέσει «μονάδα μέτρησης και όχι αξία» των ανταλλασσόμενων προϊόντων. Παρόλο όμως που το κράτος δεν αναγνώριζε τη μορφή αυτή χρήματος ωστόσο για το ανταλλακτικό εμπόριο αποτελούσε αληθινό εργαλείο πραγματοποίησης των συναλλαγών. Κι έτσι έστω κι αν τα ιδρυτικά μέλη όπως ισχυρίζονταν με την εισαγωγή του credito θέλησαν να επινοήσουν ένα χρήμα «απαλλαγμένο από τα μειονεκτήματα του καπιταλιστικού χρήματος», παρόλα αυτά δε φάνηκε να το καταφέρνουν. Και αυτό γιατί ξαναβρέθηκαν μπροστά στο ζήτημα του προσδιορισμού της τιμής και πώς αυτή διαμορφώνεται. Π.χ. ποια η τιμή ενός σπιτικού γλυκού που έχει φτιάξει η γιαγιά που έρχεται να το πουλήσει στο ανταλλακτικό εμπόριο; Ποιο είναι το μέτρο του υπολογισμού; Για να διευκολύνουν τα πράγματα έκαναν την αντιστοιχία 1 credito= 1 pesos. Το ενδιαφέρον είναι πως η όλη έρευνα που πραγματοποιείται από την Μ.L.* προκειμένου να εντοπίσει κάποια κοινά κριτήρια καθορισμού των τιμών αποτυγχάνουν. Και το πιο εντυπωσιακό: τα μέλη δεν επικαλούνται τον χρόνο εργασίας ως προσδιοριστικό της τιμής, αλλά ηθικά κριτήρια μη μετρήσιμα!
*Αναφορά στο βιβλίο της Marianna Luzzi, Réinverter le marché ?, L’Harmattan, Παρίσι, 2005

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Διακήρυξη Αρχών του Παγκόσμιου Δικτύου Ανταλλαγής

  1. Η ύπαρξή μας ως ανθρώπινα όντα δεν είναι απαραίτητο να καθορίζεται από το χρήμα.
  2. Δεν αποζητάμε τη διακίνηση αγαθών ή υπηρεσιών, αλλά να αλληλοβοηθηθούμε προκειμένου να προσδώσουμε ένα ανώτερο νόημα στη ζωή μας, δια μέσου της εργασίας, της κατανόησης και ενός δίκαιου τρόπου ανταλλαγής.
  3. Δηλώνουμε πως ο στείρος ανταγωνισμός, το κέρδος και η κερδοσκοπία μπορούν να αντικατασταθούν από την αμοιβαιότητα μεταξύ ατόμων.
  4. Πιστεύουμε πως οι ενέργειες, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες μας μπορούν να ανταποκρίνονται περισσότερο σε ηθικούς και οικολογικούς κανόνες, παρά στις προσταγές της αγοράς, της κατανάλωσης και της αναζήτησης του πρόσκαιρου κέρδους.
  5. Ο μόνος όρος προκειμένου να γίνει κάποιος μέλος του Παγκόσμιου Δικτύου Ανταλλαγής είναι να παρευρίσκεται στις συνελεύσεις της ομάδας, να εκπαιδεύεται και να είναι παραγωγός και καταναλωτής, υπηρεσιών και γνώσεων στο πλαίσιο των συστάσεων των Κύκλων ποιότητας και προσωπικής ανάπτυξης.
  6. Δηλώνουμε πως κάθε μέλος είναι αποκλειστικά υπεύθυνο για τις ενέργειες, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που παρέχει.
  7. Πιστεύουμε πως το να ανήκειν σε μια ομάδα δεν ενέχει σχέσεις εξάρτησης, δεδομένου πως σε όλες τις ομάδες του Δικτύου η ατομική συμμετοχή είναι ελεύθερη.
  8. Δηλώνουμε πως οι ομάδες δεν είναι απαραίτητο να οργανωθούν επισήμως και με σταθερό τρόπο, δεδομένου πως ο ίδιος ο χαρακτήρας του δικτύου περιλαμβάνει τη συνεχή εναλλαγή ρόλων και λειτουργιών.
  9. Πιστεύουμε πως είναι δυνατό να συνδυαστεί η αυτονομία των ομάδων στη διαχείριση των εσωτερικών τους υποθέσεων, με την εγκυρότητα των θεμελιωδών αρχών που επιτρέπουν το ανήκειν στο δίκτυο.
  10. Για εμάς, τα μέλη, είναι επιθυμητό να μη στηρίζουμε και να μην παρέχουμε οικονομική βοήθεια –ως μέλη του Δικτύου– σε σκοπούς διαφορετικούς από αυτόν προκειμένου να μην παρεκκλίνουμε από τους βασικούς μας στόχους.
  11. Δηλώνουμε πως το καλύτερο παράδειγμα είναι η συμπεριφορά μας στο εσωτερικό του δικτύου και η ζωή μας έξω από αυτό. Σεβόμαστε το απόρρητο των ιδιωτικών υποθέσεων και είμαστε προσεκτικοί στη δημόσια μεταχείριση ερωτήσεων αναφορικά με το Δίκτυο, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ανάπτυξή του.
  12. Πιστεύουμε βαθιά στην ιδέα της προόδου ως κατάληξη της διαρκούς ευημερίας του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού ατόμων σε κάθε κοινωνία.
ΠΗΓΗ: Covas H., De Sanzo C., Primavera H. (1998), Reinventando el mercado, Μπουένος Άιρες, PAR [όπως παρατίθεται στο Marianna Luzzi, Réinverter le marché ?, L’Harmattan, Παρίσι, 2005, σσ. 183-184]

FGA
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Οι «πικετέρος» της Αργεντινής χάνουν την υπομονή τους ( Πηγή : enet.gr )

Με τις μισές ψήφους -και προβάδισμα σαράντα μονάδων έναντι των αντιπάλων της- η Κριστίνα Κίρτσνερ, η πρόεδρος της Αργεντινής, σάρωσε στην εσωκομματική ψηφοφορία της 14ης Αυγούστου (για την επιλογή του υποψήφιου για τις σημερινές προεδρικές εκλογές). Εκτός απροόπτου, θα κερδίσει και δεύτερη θητεία, έχοντας πάρει τη σκυτάλη από τον σύζυγό της. Η πολιτική τους, ωστόσο, δεν τυγχάνει καθολικής αποδοχής. 
«Ας είμαστε ειλικρινείς! Ο Νέστορ και η Κριστίνα πήραν μέτρα που δεν έχουν πάρει αλλού ούτε σοσιαλιστικές κυβερνήσεις!» δηλώνει κοφτά ο Βαλδεμάρ, ένας πενηντάχρονος δικηγόρος που αρέσκεται στο να προκαλεί. Η σκέψη του προκαλεί έκπληξη στους φίλους του, οι οποίοι έχουν συγκεντρωθεί σε μια φτωχική καντίνα σε ένα προάστιο του Μπουένος Αϊρες, το Λορένσο Βαρέλα. Είναι Ιούλιος, περίπου δώδεκα εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές, και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους Κίρτσνερ, τους «Κ», όπως αποκαλούν οι Αργεντίνοι το ζεύγος που βρίσκεται στην ηγεσία της χώρας από το 2003.
Αρχικά ο σύζυγος, ο οποίος έφτασε στην εξουσία με την υπόσχεση «να ενδυναμώσει την εθνική αστική τάξη (1)», κατόπιν, το 2007, η κυρία, η οποία δεσμεύθηκε για την αλλαγή μέσα από τη συνέχεια, ενώ σήμερα είναι υποψήφια για την επανεκλογή της. Πάντως, ο Βαλδεμάρ, όπως και ο Νέκα και ο φίλος του ο Αλμπέρτο, έχει διατελέσει μέλος μιας ακροαριστερής οργάνωσης που απέρριπτε το σύνολο της πολιτικής τάξης. Στόχος της ήταν να αλλάξει τον κόσμο χωρίς να καταλάβει την εξουσία. Τίποτα, λοιπόν, δεν προδιέθετε για το ότι αυτός ο μαχητής της αριστεράς θα επιδείκνυε την παραμικρή, έστω, υποστήριξη προς τους «Κ». Αραγε, οι «παλιοί» της οργάνωσης, η οποία δεν ξεπέρασε ποτέ τα 1.400 μέλη, θα έλεγαν σήμερα τα ίδια πράγματα με αυτόν; «Ολοι!», λέει φωναχτά, υπερβάλλοντας ίσως λιγάκι: «Είναι τόσο πολωμένη η κοινωνία ώστε αν δεν είσαι αντίθετος με τους "Κ", όλοι θεωρούν ότι τους υποστηρίζεις»!
Ας γυρίσουμε 20 χρόνια πίσω. Η Αργεντινή φιγουράρει ως το χαϊδεμένο παιδί του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Με την άφιξή του στην προεδρία το 1989, ο Κάρλος Μένεμ ακολουθεί την οδό του νεοφιλελευθερισμού προς μεγάλη χαρά των οικονομικών κύκλων. Η κυβέρνησή του ξεπουλά μεγάλη μερίδα δημόσιων επιχειρήσεων σε ξένους επενδυτές και, αποφασισμένη να πατάξει τον πληθωρισμό, υιοθετεί μια σταθερή ισοτιμία ανάμεσα στο δολάριο και το πέσο.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ
Ο πληθωρισμός πέφτει, το ίδιο και οι εξαγωγές. Η παραγωγή, ενισχυμένη από ένα υπερτιμημένο νόμισμα, παύει να είναι ανταγωνιστική. Το χρέος εκτοξεύεται στα ύψη: από τα 7,6 δισεκατομμύρια δολάρια στις αρχές της δεκαετίας του 1970, φτάνει στα 132 δισεκατομμύρια το 2001, δεκαεφτά φορές επάνω. Το επίσημο ποσοστό της ανεργίας αγγίζει σύντομα το 18% του πληθυσμού (2). Οταν στις 5 Δεκεμβρίου του 2001 το ΔΝΤ αρνείται τη χορήγηση δανείου στην κυβέρνηση, η χώρα αδυνατεί πλέον να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Ξεσπά κρίση χρέους και τραπεζικός πανικός. Η οικονομία παραλύει. Σύντομα, οι Αργεντίνοι κατεβαίνουν στους δρόμους. Το Κίνημα Ανεργων Εργατών (MTD) του Σολάνο, στο οποίο συμμετέχουν ο Νέκα, ο Αλμπέρτο και ο Βαλδεμάρ, συγκαταλέγεται στις μυριάδες οργανώσεις των «πικετέρος» (άνεργοι που κάνουν μπλόκα στους δρόμους), οι οποίες συσπειρώνονται γύρω από το σύνθημα «να φύγουν όλοι»!
«Μας εξαπάτησαν το 2001», παρεμβαίνει ο Αλμπέρτο. «Δεν έπρεπε να αρκεστούμε στο να περιμένουμε πότε θα φύγουν. Οχι, έπρεπε να τους διώξουμε»! Σε ολόκληρη τη χώρα, όπως και σε αυτή την ομάδα των παλιών φίλων, η κουβέντα έχει ανάψει: έχει ανανεωθεί πραγματικά η πολιτική τάξη, την οποία γιουχάιζαν οι πολίτες υπό τους ήχους κονσέρτων κατσαρόλας; Εν ολίγοις, οι Κίρτσνερ εκπροσωπούν τη ρήξη ή τη συνέχεια;
Υστερα από δυο χρόνια πολιτικής αστάθειας, το 2003, ανέρχεται στην εξουσία ο Νέστορ Κίρτσνερ. Αν και σχετικά άγνωστος (ήταν κυβερνήτης στο κρατίδιο της Σάντα Κρους, στην Παταγονία), κατορθώνει να ενσαρκώσει την αλλαγή χάρη σε ένα παραδοσιακό περονικό λόγο που προβάλλει την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος (3). Από τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησής του, πείθει το Ανώτατο Δικαστήριο να καταργήσει τους νόμους της αμνηστίας και να ανοίξει εκ νέου τις δίκες των στρατιωτικών που θεωρούνται ύποπτοι για εγκλήματα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1976 - 1983). Η δημοτικότητά του είναι εξασφαλισμένη. Το 2011, έναν χρόνο μετά το θάνατο του, η γυναίκα του σκίζει στις δημοσκοπήσεις και θα μπορούσε να ανανεώσει για τρίτη φορά τη θητεία των «Κ».
«Αν διαλύθηκε το MTD το 2005, αυτό οφείλεται εν μέρει στην καταστολή και στην αντεπαναστατική πολιτική του Νέστορ Κίρτσνερ!», υπογραμμίζει ο Αλμπέρτο, πρώην ιερέας, ο οποίος μεταπήδησε στον πολιτικό αγώνα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι όσοι «πικετέρος» δεν διαλύθηκαν, απορροφήθηκαν από την εξουσία. Ο Νέκα κατεβάζει τους τόνους: «Εντάξει, οι Κίρτσνερ μπορεί να ρούφηξαν το αίμα ορισμένων οργανώσεων, άλλες να τις δίχασαν, όμως η πολιτική τους έχει ως αφετηρία τη δική μας εξέγερση». Και ο Βαλδεμέρ υπενθυμίζει τα μέτρα που έλαβαν οι «Κ».
Ως καλός νομομαθής, ξεκινά από το εργατικό δίκαιο, δίνοντας έμφαση στην υπογραφή περισσότερων από χιλίων συλλογικών συμβάσεων, κυρίως στον τομέα της βιομηχανίας. Ο Κίρτσνερ, για να συγκρατήσει την κοινωνική διαμαρτυρία, αποκατέστησε τις σχέσεις του με τη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών (CGT), που είχε ως κληρονομιά ένα γραφειοκρατικό συνδικαλισμό και υπήρξε η αληθινή ραχοκοκαλιά της κυβέρνησης στην ιστορία του περονισμού. Διότι, στις συναντήσεις που έγιναν επί ίσοις όροις υπό την αιγίδα της κυβέρνησης, το πανίσχυρο συνδικάτο και η εργοδοσία έκαναν δυνατή τη διαπραγμάτευση για καλύτερες εργασιακές συνθήκες στους τομείς του χαλκού, των τροφίμων, των μεταφορών, των επικοινωνιών...
ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
Ο Βαλδεμάρ αναφέρει επίσης το νόμο περί χρεοκοπίας των επιχειρήσεων (2011), ο οποίος αντιμετωπίζει ευνοϊκότερα την αυτοδιαχείριση και τους συνεταιρισμούς και παραχωρεί στους υπαλλήλους τη δυνατότητα να κάνουν χρήση της αποζημίωσής τους προκειμένου να διεκδικήσουν την κυριότητα των μηχανημάτων και των εγκαταστάσεων των επιχειρήσεων στις οποίες εργάζονται. «Θα μπορούσαν, βέβαια, να προχωρήσουν κι άλλο»: ο νόμος περί χρεοκοπίας δεν ικανοποιεί το αίτημα για απαλλοτρίωση υπέρ των εργαζόμενων οι οποίοι «πήραν στα χέρια τους» τις επιχειρήσεις τους κατά την περίοδο της κρίσης.
Θα μπορούσε επίσης να αναφέρει κανείς το νέο νόμο για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (2009), ο οποίος εμποδίζει τη δημιουργία μονοπωλίων και παραχωρεί το ένα τρίτο του φάσματος των ερτζιανών σε οργανώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το νόμο για τους γάμους των ομοφυλόφιλων ζευγαριών (2010) ή την επανεθνικοποίηση των συντάξεων που είχαν ιδιωτικοποιηθεί από τον Μένεμ (2008) (4). Χωρίς να υπολογίσουμε και τα νέα προγράμματα κοινωνικών επιδομάτων.
Το 2002, οι «πικετέρος» στα προάστια επιβίωναν χάρη σε λαϊκά μαγειρεία, τα οποία διαχειρίζονταν συλλογικά. «Σήμερα, με το γενικό επίδομα ανά παιδί [AUH] και το πρόγραμμα "η Αργεντινή στη δουλειά", μπορεί να μην έχουμε αφθονία, αλλά, τουλάχιστον χορταίνουμε όλοι την πείνα μας», εξηγεί ο Νέκα. Το AUH, το οποίο θεσπίστηκε πριν από δυο χρόνια από την κυρία Κίρτσνερ, αποτελεί το πιο δημοφιλές μέτρο από όσα έχει λάβει: το βοήθημα αυτό, το οποίο αντιστοιχεί σε 230 πέσος (περίπου το 10% του βασικού μισθού) ανά παιδί, χορηγείται σε περισσότερες από 1.800.000 οικογένειες. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα κοινωνικά προγράμματα τα οποία συχνά θεωρούνταν «ρουσφέτια» για έναν περιορισμένο αριθμό φτωχών, το συγκεκριμένο βοήθημα συνιστά δικαίωμα. Οσο για το πρόγραμμα «η Αργεντινή στη δουλειά», προτείνει θέσεις εργασίας με την υποστήριξη του κράτους μέσα στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκαν 200.000 θέσεις εργασίας στο ευρύτερο Μπουένος Αϊρες. Αλλά, εκτός από τις αμοιβές που είναι κατώτερες του βασικού μισθού (περίπου 2.300 πέσος, δηλαδή 370 ευρώ) ορισμένες οργανώσεις ανέργων εκφράζουν παράπονα για την πελατειακή νοοτροπία που ενίοτε διαστρεβλώνει την προσφορά τους.
Η Αργεντινή, ωστόσο, ενθουσιάζει την Ευρώπη με τον ρυθμό ανάπτυξής της, ο οποίος ξεπέρασε το 9% μέσα στο 2010. Αυτή η επιτυχία οφείλεται κατ' αρχήν σε ένα μέτρο που ελήφθη πριν από την άνοδο του Κίρτσνερ στην εξουσία, το 2003, την κατάργηση της ισοτιμίας μεταξύ πέσο και δολαρίου στο τέλος του 2001. Το εθνικό νόμισμα υποτιμάται. Παρ' όλο που η μέση αξία των πραγματικών μισθών πέφτει κατά 30%, η υποτίμηση δίνει ώθηση στο εξαγωγικό εμπόριο. Ταυτόχρονα, η παγκόσμια αύξηση της τιμής των πρώτων υλών αποβαίνει επωφελής για τον πρωτογενή τομέα, κυρίως για τις εξαγωγές της μεταλλαγμένης σόγιας. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, το οποίο είχε πραγματοποιήσει βουτιά της τάξης πλέον του 10% το 2002, αυξάνεται αλματωδώς κατά 8% την επόμενη χρονιά. Οι «Κ», επωφελούμενοι από αυτό το μάννα, χρηματοδοτούν μια πολιτική αναδιανομής του πλούτου. Τα δημόσια έξοδά τους τροφοδοτούν έναν «σοφό οικονομικό κύκλο». Ως πότε;
Οι φιλελεύθεροι αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου από το 2002. Μεταξύ 2005 και 2008, παρατηρεί ο οικονομολόγος Πιέρ Σαλαμά, «δεν πέρασε ούτε μια χρονιά χωρίς άκρως απαισιόδοξες προβλέψεις για την οικονομία» (5). Ακόμα και σήμερα, οι «ορθόδοξοι» σύμμαχοι της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης προβλέπουν σοβαρές δυσκολίες κι επιστροφή στον υπερπληθωρισμό. Επικροτούν, ωστόσο, τις αναδιαρθρώσεις του χρέους που πραγματοποίησε το ζεύγος Κίρτσνερ, αν και τους κατηγορούν ότι δεν προχώρησαν παράλληλα σε μείωση των δημόσιων δαπανών.
Το επιτελείο του Κίρτσνερ, το 2005, επιβάλλει με επιτυχία στους ιδιώτες δανειστές της χώρας την ανταλλαγή έναντι νέων ομολόγων μειωμένων κατά 60%. Το 2006, με τη βοήθεια της Βενεζουέλας -η οποία της δανείζει 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια- η κυβέρνηση εξοφλεί προκαταβολικά το σύνολο του χρέους της προς το ΔΝΤ, δηλαδή 9,8 δισ. δολάρια, εξοικονομώντας 900 εκατομμύρια δολάρια από τους τόκους. Ο Οργανισμός, που μέχρι τότε υπαγόρευε τις πολιτικές του στη χώρα, βλέπει ξαφνικά την επιρροή του να μειώνεται δραστικά. Αλλά, κι εκεί ακόμα, η πολιτική των «Κ» παρουσιάζει αμφιλεγόμενα σημεία. Πέντε χρόνια αργότερα, η πρόεδρος προτείνει νέα ανταλλαγή στους κατόχους ομολόγων που δεν έκαναν την ανταλλαγή το 2005. Σε επενδυτές δηλαδή, για τους οποίους ο προκάτοχός της έδινε τη διαβεβαίωση ότι δεν θα εξοφλούνταν ποτέ... «Δηλαδή, με εξαίρεση ορισμένα νέα δάνεια, το σημερινό χρέος είναι ίδιο με εκείνο που είχε συναφθεί την περίοδο της δικτατορίας και είχε κηρυχτεί παράνομο από ομοσπονδιακό δικαστήριο το 2000. Ανακυκλώθηκε και επαναχρηματοδοτήθηκε από έναν παράλογο μηχανισμό που γαρνίρεται με παράνομα συμβόλαια», λέει με θυμό ο Αλεχάνδρο Ολμος από το κόμμα Proyecto Sur (Το Σχέδιο του Νότου, αριστερά), οπαδός του λογιστικού ελέγχου του χρέους της Αργεντινής ανάλογο με εκείνο που κήρυξε ο πρόεδρος του Εκουαδόρ Ραφαέλ Κορέα.
ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Μεταξύ 2002 και 2009, το ποσοστό της φτώχειας μειώθηκε από το 45% στο 11%, σύμφωνα με την Οικονομική Επιτροπή για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (Cepal) των Ηνωμένων Εθνών (6). Αλλά, οι ανισότητες παραμένουν κραυγαλέες. Επιπλέον, το 36% του ενεργού πληθυσμού εξακολουθεί να απασχολείται στην παραοικονομία. «Σημειώθηκε όντως ουσιαστική βελτίωση σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ανάπτυξης, αλλά, από το 2008, η δημιουργία θέσεων εργασίας έχει βαλτώσει και οι βελτιώσεις έχουν φτάσει στα όριά τους», αναλύει ο Νταν Αντάσκο, ερευνητής στο Παρατηρητήριο για το Κοινωνικό Χρέος του Καθολικού Πανεπιστημίου της Αργεντινής (UCA). Αιτία, η άνοδος των τιμών. Η κυβέρνηση στην αρχή προσπάθησε να υποβαθμίσει το γεγονός, ώσπου υποχρεώθηκε να παραδεχτεί την ύπαρξη του πληθωρισμού, τον οποίο ανεξάρτητοι οργανισμοί υπολογίζουν γύρω στο 25% ετησίως.
Προκειμένου να τον συγκρατήσει, η κυρία Κίρτσνερ σκοπεύει κυρίως να φρενάρει τις μισθολογικές διεκδικήσεις μέσω του κοινωνικού διαλόγου με την υποστήριξη της CGT. «Ο έλεγχος στις αυξήσεις των μισθών ευνοεί πρωτίστως τις επιχειρήσεις», σχολιάζει ο Εδουάρδο Λουσίτα από την οργάνωση Αριστεροί Οικονομολόγοι. Παρά τις αυξήσεις στους μισθούς, η αλήθεια είναι ότι το κόστος των εργατικών χεριών έχει σχεδόν παγώσει από το 2001, εξαιτίας της αύξησης κατά 25% της παραγωγικότητας ανά εργαζόμενο. Σύμφωνα με τον Λουσίτα, ο πληθωρισμός βρίσκεται σε άνοδο, εν πολλοίς λόγω των παράλογων προνομιακών επιτοκίων που απολαμβάνουν μια χούφτα σημαντικές επιχειρήσεις. Ενα ζήτημα που εξεγείρει εξίσου και τον Χούλιο Γκαμπίνα, καθηγητή πολιτικής οικονομίας και μέλος του αργεντίνικου κλάδου της Ενωσης υπέρ της Φορολόγησης των Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και της Πολιτικής Δράσης (Attac): «Από το 2003, η οικονομία εξακολουθεί να συγκεντρώνεται στα χέρια ορισμένων μεγάλων επιχειρήσεων, κυρίως ξένων, οι οποίες επαναπατρίζουν τα κέρδη τους»!
Πολλές συλλογικότητες καταγγέλλουν επίσης την εξάπλωση της καλλιέργειας της μεταλλαγμένης σόγιας, η οποία καλύπτει πλέον περισσότερη από τη μισή καλλιεργήσιμη έκταση της χώρας (18 εκατομμύρια εκτάρια), επιφέροντας τον εκτοπισμό αγροτών και ιθαγενών προς τις εξαθλιωμένες συνοικίες των αστικών κέντρων. Ομοίως, ο αγώνας κατά των υπαίθριων εξορύξεων με τη χρήση κυανίου και υδραργύρου έχει εξελιχθεί σε διακύβευμα: στο κοινοβούλιο ψηφίστηκε νόμος για την προστασία των παγετώνων, αλλά μπλοκαρίστηκε με βέτο της κυρίας Κίρτσνερ. Υπάρχουν υποψίες για παρέμβαση της πανίσχυρης καναδικής εταιρείας Barrick Gold, η οποία σχεδιάζει την εξόρυξη περίπου 500 τόνων πολύτιμων μετάλλων από την Κορδιλιέρα των Ανδεων, χωρίς να πολυνοιάζεται για την οικολογική καταστροφή.
Από το μέτωπο της αριστεράς, πολλοί αγωνιστές θα ήθελαν να δουν το κράτος να καταφέρει ισχυρότερα πλήγματα στα συμφέροντα των πολυεθνικών. Οι «Κ», από την πλευρά τους, φρόντιζαν πάντα να μη διαταράσσουν ιδιαίτερα το πλαίσιο ενός σοβαρού και παραγωγικού καπιταλισμού. «Εθνικοποιήθηκε ξανά το ταχυδρομείο, καθώς και ο εθνικός αερομεταφορέας Aerolineas Argenti-nas, δυο επιχειρήσεις σε κακή κατάσταση, όχι όμως και οι μεγάλες δημόσιες υπηρεσίες που είχαν ιδιωτικοποιηθεί τη δεκαετία του 1990», λέει με λύπη ο Γκαμπίνα. «Η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, του φυσικού αερίου, του πετρελαίου και των ορυκτών παραμένει στα χέρια μεγάλων ευρωπαϊκών και αμερικανικών ομίλων», επιμένει, τονίζοντας ότι η Κίρτσνερ κάθε άλλο παρά αντιγράφει τον παρεμβατισμό του Περόν, ο οποίος ωστόσο αποτελεί σημείο αναφοράς. Εκείνος είχε -από την πρώτη κιόλας θητεία του- ιδρύσει μια Τράπεζα Βιομηχανικής Πίστωσης κι έναν εμπορικό στόλο, είχε εθνικοποιήσει την κεντρική τράπεζα, τους σιδηροδρόμους, το ηλεκτρικό ρεύμα...
(1) Αναφέρεται από τον Raul Zibechi, «Globalizacion ο burguesia nacional», 9 Οκτωβρίου 2003, http://alainet.org
(2) Διαβάστε Carlos Gabetta, «Συνολική κρίση στην Αργεντινή», «ΚΕ»-«Le Monde Diplomatique», 27-1-02, βλ. http://monde-diplomatique.gr/spip.php?article305.
(3) Από το όνομα του Χουάν Δομίνγκο Περόν, προέδρου της Αργεντινής από το 1946 έως το 1955 και εν συνεχεία από το 1973 έως το 1974. Η πρώτη του θητεία αντιπροσωπεύει μια μορφή πολιτικού εθνικισμού με αυταρχικές τάσεις, η οποία χαρακτηρίζεται από την έντονη παρέμβαση του κράτους στην οικονομία.
(4) Διαβάστε Manuel Riesco, «Seisme sur les retraites en Argentine et au Chili», Le Monde Diplomatique, Δεκέμβριος 2008.
(5) «Croissance et inflation en Argentine sous les mandatures Kirchner», στο «Problemes d' Amerique latine» , Νο 82, Παρίσι, Οκτώβριος 2011.
(6) Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο για το Κοινωνικό Χρέος του Καθολικού Πανεπιστημίου της Αργεντινής (UCA), η φτώχεια αγγίζει το 30% του πληθυσμού.
*Δημοσιογράφος, συγγραφέας, μαζί με τον φωτογράφο Daniel Llerard, του βιβλίου «Argentine rebelle, un laboratoire de contre-pouvoirs», Alternatives, Παρίσι, 2006.

Δεν υπάρχουν σχόλια: